Συνέντευξη στον Τάσο Γκέντζο
Η Σέβη Τηλιακού γεννήθηκε στην Αθήνα κι έζησε τα παιδικά και νεανικά της χρόνια στη Ρόδο, όπου αποφοίτησε από την Ανωτέρα Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων. Σπούδασε μουσική (βιολί και θεωρία) στο Εθνικό Ωδείο του Μανώλη Καλομοίρη. Από το 1958 ζει στην Αθήνα. Εργάστηκε ως ιπτάμενη συνοδός για πέντε χρόνια στην Ολυμπιακή Αεροπορία και από το 1967 ασχολείται επαγγελματικά με το στίχο. Διαθέτει πλούσια δισκογραφία, σε συνεργασία με κορυφαίους Έλληνες συνθέτες και ερμηνευτές.Του: Τάσου Αγγελίδη Γκέντζου
Χαίρομαι πολύ που θα τα πούμε, κυρία Τηλιακού! Ιδιαίτερες συστάσεις και μακροσκελείς πρόλογοι δε χρειάζονται για σας. Σας γνωρίζει όλη η Ελλάδα και όχι μόνο… Λοιπόν… Δηλώνω πως δε μου αρέσει καθόλου να κοιτώ πίσω στο παρελθόν, δε μου αρέσει να ρωτώ για το παρελθόν! Εσείς όμως είστε η εξαίρεση του κανόνα. Ένα πραγματικά παραμυθένιο παρελθόν… για τα μάτια των τρίτων. Επιτυχίες και αποδοχή που θα ζήλευαν οι πάντες! Τι έχετε κρατήσει στη ψυχή από αυτό το κομμάτι της ζωής σας ?
Κι’ εγώ χαίρομαι πολύ κύριε Αγγελίδη κι’ ευχαριστώ για την πρόσκληση. Χαίρομαι επίσης που με προλαβαίνετε, επισημαίνοντας στον τόσο κολακευτικό για μένα πρόλογό σας, κάτι που είναι η απλή πραγματικότητα: “Ένα πραγματικά παραμυθένιο παρελθόν…για τα μάτια των τρίτων.” Για μένα, το παρελθόν αυτό, δεν υπήρξε ακριβώς παραμυθένιο γιατί συνοδεύτηκε για πάνω από σαράντα χρόνια, από έναν
επίπονο αγώνα επιβίωσης. Όταν ξεκινάς να μεγαλώσεις μόνη δυο μικρά παιδιά, με μόνα όπλα τις προσωπικές σου δυνάμεις και αντοχές, όλα τα άλλα έρχονται δεύτερα. Η όποια δημιουργική δραστηριότητα, επιδρά λυτρωτικά, και ψυχοθεραπευτικά. Είναι η ανάγκη να ξεφύγεις από τη μέγγενη μιας δύσκολης πραγματικότητας. Πέρα από την ανάγκη μου να εκφραστώ με κάποιο τρόπο, η ενασχόλησή μου με το στίχο, με τη μουσική, λειτούργησε σαν αντίδοτο στην πίεση της καθημερινότητάς μου. Έτσι
γράφτηκαν και τα 800 περίπου τραγούδια μου. Κι’ αν κράτησα κάτι στη ψυχή μου είναι αυτό ακριβώς: ότι μέσα απ’ αυτά, η μάχη του βιοπορισμού έγινε λίγο πιο εύκολη..
Στίχοι που έγιναν τεράστιες επιτυχίες. Θυμάστε που ακούσατε να τραγουδούν τους πρώτους σας στίχους ?
Και να ήθελα δε θα μπορούσα να το ξεχάσω. Από το ραδιόφωνο, σε μια διαφημιστική εκπομπή της τότε HELLADISC, μετέπειτα POLYGRAM. Οι διαφημιστικές εκπομπές των δισκογραφικών Εταιρειών στο ραδιόφωνο ήταν καθεστώς εκείνη την εποχή και ο κυριότερος τρόπος προώθησης του ρεπερτορίου τους. Σε μια τέτοια εκπομπή λοιπόν, μεταδόθηκε για πρώτη φορά το πρώτο μου τραγούδι ΜΙΑ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ ΗΜΟΥΝΑ, σε μουσική Γιώργου Μανισαλή, με ερμηνεύτρια τη Θεσσαλονικιά Θάλεια. Ήταν το 1967.
Θα μας θυμίσετε μερικά από τα διαχρονικά τραγούδια σας ?
Είναι πολλά, αλλά θα περιοριστώ σε μερικά από τα πολύ γνωστά. Πάλι θα κλάψω, Όταν σημάνει Εσπερινός, 23 Απρίληδες, Λέσα για λέσα (με τη Μαρινέλλα), Οι αμαρτίες μου (Τζένη Βάνου), Ουρανέ που περνάς, Το κορίτσι του Μάη, Αν μια μέρα σε χάσω, Το τραγούδι μου (Πασχάλης), Μάθημα Σολφέζ, τα περισσότερα από τα τραγούδια που έγραψα για τη Βίκυ Λέανδρος, Αγοράζω παλιά, Το τραγούδι μου (Λάκης Τζορντανέλλι) – και πολλά άλλα. Αυτή είναι και η “γλυκιά γεύση” που έμεινε από εκείνο το παρελθόν που λέγαμε. Το γεγονός ότι τα περισσότερα από τα τραγούδια μου, έμειναν ζωντανά και ακόμα πιο σπουδαίο, πέρασαν και στους νεότερους με την
ίδια δυναμική!!
Είναι δύσκολο να συνεργάζεσαι κανείς με τους μεγάλους της τέχνης ?
Μερικές φορές, ναι! Όμως μετράς τα γράδα των ανθρώπων κι’ αν δεν μπορείς να “συμπορευτείς”, απλώς δεν συνεργάζεσαι.
Είναι δύσκολο να συνεργάζεται κανείς με την Σέβη Τηλιακού ?
Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το πουν οι συνεργάτες μου αλλά πιστεύω πως ποτέ δεν έφερα συνεργάτη μου σε δύσκολη θέση. Δεν καβάλησα ποτέ το γνωστό καλάμι, δεν υπήρξα απαιτητική, ιδιότροπη, ασυνεπής ή οτιδήποτε άλλο. Το μόνο σημείο στο οποίο υπήρξα διαχρονικά “απόλυτη”, ήταν ο σεβασμός στην προσωπικότητα και τη δουλειά μου.
Η τέχνη για να έχει ένα άψογο αισθητικά αποτέλεσμα απαιτεί τις συνεργασίες – εκλεκτικές συγγένειες ?
Θα έλεγα επιγραμματικά, πως δεν μπορείς να λειτουργήσεις με ανθρώπους
που κινούνται σε διαφορετικό μήκος κύματος, με διαφορετικές απόψεις
και τρόπο έκφρασης, με κριτήρια ξένα προς εσένα. Επομένως, επαναπροσδιορίζοντας την έννοια “εκλεκτική”, όσο πιο “στενή” η πνευματική, συναισθηματική και υπαρξιακή συγγένεια, τόσο πιο άρτιο αισθητικά το αποτέλεσμα.
Κι ερχόμαστε τώρα στην άλλη μεγάλη αγάπη σας, τη λογοτεχνία. «Όταν η μικρή μου αδερφή…», «Η βέρα στο βυθό», «Αν είχες φύγει πιο νωρίς», «Τα όνειρα τα πλέκεις με το βελονάκι». Τέσσερα μυθιστορήματα από το 2007 μέχρι σήμερα. Μιλήστε μας για την περίοδο της προετοιμασίας… αλλά και για τη διαδικασία της γραφής.
Είστε και ο ίδιος συγγραφέας και σίγουρα θα έχετε διαπιστώσει πως το κάθε βιβλίο, γεννάει το επόμενο. Θέλω να πω, πως στη διάρκεια του “ταξιδιού” που είναι η συγγραφή ενός βιβλίου, εμφανίζεται πάντα η “πρόκληση” που αποτελεί και την αφετηρία ενός καινούριου “μύθου”. Αυτό τουλάχιστον συμβαίνει με μένα. Γι’ αυτό και πριν ακόμα ολοκληρωθεί το βιβλίο που έχω στα χέρια μου, η καινούρια “ιδέα” έχει ήδη ριζώσει στο μυαλό μου. Από κει και πέρα, με βάση αυτό ,ξεκινώ κι’ όπου με βγάλει ο δρόμος. Δεν στήνω σενάρια εκ των προτέρων, δεν προδιαγράφω, δε βάζω όρια, δεν ορίζω εκ προοιμίου την πορεία των ηρώων και των ηρωίδων μου. Τους αφήνω να επιλέξουν μόνοι τους κι’ εγώ απλώς ακολουθώ παρατηρώντας τους. Αυτή άλλωστε είναι και η γοητεία της όλης υπόθεσης. Υπάρχει πάντα βέβαια το κομμάτι της έρευνας που είναι απαραίτητη, άλλοτε περισσότερο, άλλοτε λιγότερο για την τεκμηρίωση των όσων γράφω. Από κει και πέρα, το λόγο έχει η εκδοτική μου.
Πως θα παρουσιάζατε στους αναγνώστες μας το τελευταίο σας μυθιστόρημα «Τα όνειρα τα πλέκεις με το βελονάκι» ?
Είναι ένα βιβλίο που από καιρό ήθελα να γράψω. Κάτι σαν δώρο στον εαυτό μου, στο νησί που μεγάλωσα-τη Ρόδο, στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια, στα πρόσωπα που πέρασαν από τη ζωή μου αφήνοντας βαθύ το ίχνος τους και πάνω απ’ όλα “δώρο” στη Γυναίκα και την ανάγκη της για απελευθέρωση απ’ δεσμά του κατεστημένου. Όλα αυτά, με “όχημα” τις παράλληλες ζωές πέντε γυναικών, διατρέχουν μια απόσταση 60 χρόνων από τις παραμονές του Β’ Παγκόσμιου πολέμου ως τις μέρες μας. Περνούν μέσα από τις δικές τους ζωές σ’ ένα κυνήγι επανεύρεσης και επαναπροσδιορισμού του χαμένου χρόνου, όπως γράφει στον Πρόλογο, ο Δικηγόρος-συγγραφέας Άγγελος Αγγελέτος.
Η προσωπική αποτίμηση για τα προηγούμενα βιβλία βοηθά τη Σέβη Τηλιακού ως πεζογράφο ? Αλλάζει δηλαδή τις οπτικές γωνίες της γραφής της ή απλώς οι πιθανές αλλαγές αποτελούν τη συμβολή – συνεισφορά του χρόνου στην κοσμοθεωρία – φιλοσοφία σας ?
Οι οπτικές γωνίες της γραφής μου, ορίζονται πάντα σε συνάρτηση με το θέμα μου. Η κοσμοθεωρία μου αποκλίνει ελάχιστα αλλά αρκετά συχνά στην προσπάθεια ν’ ακολουθήσω την εποχή μου-να μη μείνω στάσιμη. Η φιλοσοφία μου, και λόγω ηλικίας, έχει διαμορφωθεί ήδη-δεν είναι το ίδιο “ευέλικτη”!
Ποιους Έλληνες πεζογράφους διαβάζετε ? Μπορείτε να μας αναφέρετε μερικά από τα βιβλία τους και να μας πείτε τις σας άρεσε σε αυτά ?
Πριν αρχίσω να γράφω, διάβαζα πολύ. Από πολύ νέα, έχω διαβάσει σχεδόν τα πάντα. Από Παπαδιαμάντη, Ξενόπουλο, Μυριβήλη μέχρι Λουντέμη Σαμαράκη, Ταχτσή. Καθένας με το άρωμα και τα μηνύματα της εποχής του!
Τα τελευταία χρόνια, διαβάζω λιγότερο. Προσπαθώ όμως να παρακολουθώ τις εκδόσεις των βιβλίων των πιο νέων συγγραφέων ,αγοράζω βιβλία τους, και τα κρατώ στη βιβλιοθήκη μου, για τις ώρες των διαλλειμάτων μου.
Η σχέση σας με τη ξένη λογοτεχνία ?
Πολύ στενή. Ιδιαίτερα με την Αγγλική και τη Ρωσική λογοτεχνία.
Η σχέση σας με την Ελλάδα και την Αθήνα ? Θα μπορούσατε να ζήσετε σε κάποια πόλη του εξωτερικού ?
Είμαι και αισθάνομαι Ελληνίδα μέχρι το κόκαλο!! Αν τώρα στην έννοια Ελλάδα προσθέσουμε και τα συμπαρομαρτούντα, τότε η σχέση μου μαζί της είναι σχέση Μάνας – κόρης: Ανταγωνιστική, συγκρουσιακή, επικριτική αλλά πάντα αγαπησιάρικη! Στην Αθήνα, ήρθα στα 20 χρόνια μου, εργάστηκα, έστησα εδώ το σπιτικό και την οικογένειά μου, μου έδωσε χώρο να δημιουργήσω -και εξακολουθεί να μου δίνει αλλά παρ’ όλο που είναι η γενέτειρα πόλη μου, δεν τη νιώθω έτσι. Πάντα είχα μέσα μου την τάση να την εγκαταλείψω για να γυρίσω εκεί όπου έκανα τα πρώτα μου βήματα- στα “δικά” μου χώματα, τη Ρόδο. Ως τώρα, δεν τα κατάφερα γιατί τούτη η πόλη, είναι μια πόλη “πονηρή” , πάντα κάτι καινούργιο μου “βγάζει” στο παραπέντε που μ’ αναγκάζει να μένω εδώ! Μ’ αρέσει ο
Ευρωπαϊκός Βορράς. Θα ζούσα άνετα οπουδήποτε -με την προϋπόθεση ότι τα καλοκαίρια μου θα ήταν Ελληνικά! Δύσκολα θα μπορούσα να στερηθώ την ελληνική θάλασσα!
Ένα λάθος που θα το ξανακάνατε, παρόλο που γνωρίζετε πως ήταν λάθος ?
Όλα τα “σκασιαρχεία” που έκανα στη ζωή μου. Και δεν ήταν λίγα!
Την παρακάτω ερώτηση την έχω κάνει και σε μια άλλη πετυχημένη στιχουργό. Ποια η διαφορά ενός ποιήματος από τους στίχους ενός τραγουδιού ?
Με μια μόνο φράση. Αν μιλάμε για ένα ΚΑΛΟ ποίημα και ένα ΚΑΛΟ στίχο, απολύτως καμία!!!
Αφού σας ευχαριστήσω θερμά για τις ειλικρινείς απαντήσεις θα κλείσω την κουβέντα μας με ένα τελευταία ερώτημα και με την ευχή να τα πούμε και πάλι όταν θα εκδοθεί το επόμενό σας μυθιστόρημα. Είστε ευγενική… ή ανεκτική με τους ανθρώπους ?
Είμαι πάντα ευγενική ακόμα και με τους αγενείς. Κάτι που είναι στη φύση μου. Ανεκτική… ως εκεί που δε θίγομαι σαν άτομο! Στην πρώτη περίπτωση απλώς αποχωρώ. Η αγένεια είναι αδίκημα στιγμιαίο –αποφεύγεις τον αγενή και τελειώνει. Στη δεύτερη, επειδή “ανοχή” σημαίνει ανέχομαι κατά συρροή… μπορεί και να εκραγώ κάποια στιγμή.!!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.